Υπόθεση
Δύο φίλοι ανάμεσα στους οποίους ο σκηνοθέτης της ταινίας τα πίνουν σε ένα μπαρ και ο ένας λέει στο σκηνοθέτη για έναν εφιάλτη που τον βασανίζει στο οποίο εμφανίζονται 26 σκυλιά να τον κυνηγούν. Η συζήτηση καταλήγει στο ότι το όνειρο έχει σχέση με τον πόλεμο του Λιβάνου στις αρχές της δεκαετίας του 80 στον οποίο συμμετείχαν και οι δύο. Ο σκηνοθέτης όμως της ταινίας συνειδητοποιεί ότι όσο κι αν προσπαθεί περιέργως αδυνατεί να θυμηθεί την προσωπική του εμπλοκή σε εκείνο τον πόλεμο.
Αξιολόγηση
Το Ισραηλινό Βαλς με τον Μπασίρ αντιπροσωπεύει ένα είδος ταινίας τόσο σπάνιο ώστε να δυσκολεύομαι να σκεφτώ αν έχω ξαναδεί κάτι παρόμοιο, το ντοκιμαντέρ κινουμένων σχεδίων! Καλοφτιαγμένο, με μουσική-"ταρακούνημα" πολλών ρίχτερ από τον Max Richter, υψηλής αισθητικής σκίτσα (η ταινία γυρίστηκε κανονικά με ηθοποιούς και κατόπιν σχεδιάστηκαν πάνω τους τα σκίτσα), καλό πάντρεμα αισθητικής ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, μπόλικη φαντασία και χρήση σουρεαλιστικών στοιχείων! Αλλά φτάνουν τα άρτια τεχνικά στοιχεία μιας ταινίας για να μας δώσουν μια σπουδαία ταινία;
Όταν βλέπεις ένα ντοκιμαντέρ στο οποίο παρατίθενται μνήμες ενός εμφυλίου πολέμου στον οποίο πόλεμο το Ισραήλ είχε ευθεία εμπλοκή και ο πρωταγωνιστής είναι βετεράνος αυτού του πολέμου, αν μη τι άλλο περιμένεις να δεις γεγονότα με στοιχεία τεκμηριωμένα, κριτική και προπαντός πολιτική άποψη και ανάλυση των γεγονότων! Προς μεγάλη μου έκπληξη όμως δεν είδα καμία σοβαρή πολιτική ανάλυση για το τι πραγματικά έγινε στο Λίβανο στους καταυλισμούς που είχε υπό την επίβλεψή του ο Ισραηλινός στρατός, ούτε και κανενός είδους αυτοκριτικής για την πρώτη εισβολή του Ισραήλ στο Λιβάνο και την εμπλοκή του στον εμφύλιο που μάστιζε τη χώρα!
Βέβαια το πνεύμα της ταινίας είναι έντονα αντιπολεμικό και εντέλει υπάρχει έντονη έκφραση αποτροπιασμού για τις σφαγές αμάχων στους Παλαιστίνιους καταυλισμούς της Sabra και της Shatila, αλλά κατά τη γνώμη μου αυτή η αντιπολεμική φωνή καταλήγει άσφαιρη, όταν δεν διευκολύνει το θεατή να εξάγει κανένα πολιτικό συμπέρασμα, όπως ένα ντοκιμαντέρ οφείλει να κάνει! Αντίθετα η ταινία στέκεται με έντονη αμηχανία απέναντι στο ίδιο το γεγονός της σφαγής που υποτίθεται έχει στο επίκεντρο του σχολιασμού της και αδυνατεί να δώσει την παραμικρή εξήγηση για αυτό το έγκλημα! Και έτσι δίνει περισσότερη σημασία στη μνήμη και στους μηχανισμούς απώθησης δυσάρεστων γεγονότων που αυτή έχει, παρά στο ίδιο το δυσάρεστο γεγονός!
Τέλος, σε αντίθεση με όλους όσοι ενθουσιάστηκαν με τα νοήματα της ταινίας διεθνώς αλλά και στα μέρη μας, οφείλω να πω ότι βρήκα ότι το κεντρικό μήνυμα της ταινίας έχει διπλή ανάγνωση! Η αμνησία του πρωταγωνιστή σκηνοθέτη και συμμετέχοντα στα γεγονότα του ολοκαυτώματος στο Λίβανο το 1982 μπορεί να ερμηνευτεί είτε ως κατηγορώ για τους συμπατριώτες του που επέλεξαν να ξεχάσουν τι διέπραξαν και τώρα τα επαναλαμβάνουν στη Γάζα (στη Τζενίν, στο Λίβανο το 2006 κλπ), αλλά μπορεί και να ερμηνευτεί και ως έκφραση ανάγκης για εξιλέωση, υπακούοντας στη λογική του "τι να κάνουμε, άνθρωποι είμαστε και εμείς, ξεχάσαμε τι κάναμε, συγχωρήστε μας, πέρασε καιρός από τότε!". Με αυτά τα ανάμικτα συναισθήματα με άφησε η ταινία όταν έπεσαν οι τίτλοι τέλους και για αυτό το λόγο δεν παρασύρθηκα τόσο από το υψηλής αισθητικής οπτικοακουστικό θέαμα που μου προσέφερε!
Δύο φίλοι ανάμεσα στους οποίους ο σκηνοθέτης της ταινίας τα πίνουν σε ένα μπαρ και ο ένας λέει στο σκηνοθέτη για έναν εφιάλτη που τον βασανίζει στο οποίο εμφανίζονται 26 σκυλιά να τον κυνηγούν. Η συζήτηση καταλήγει στο ότι το όνειρο έχει σχέση με τον πόλεμο του Λιβάνου στις αρχές της δεκαετίας του 80 στον οποίο συμμετείχαν και οι δύο. Ο σκηνοθέτης όμως της ταινίας συνειδητοποιεί ότι όσο κι αν προσπαθεί περιέργως αδυνατεί να θυμηθεί την προσωπική του εμπλοκή σε εκείνο τον πόλεμο.
Αξιολόγηση
Το Ισραηλινό Βαλς με τον Μπασίρ αντιπροσωπεύει ένα είδος ταινίας τόσο σπάνιο ώστε να δυσκολεύομαι να σκεφτώ αν έχω ξαναδεί κάτι παρόμοιο, το ντοκιμαντέρ κινουμένων σχεδίων! Καλοφτιαγμένο, με μουσική-"ταρακούνημα" πολλών ρίχτερ από τον Max Richter, υψηλής αισθητικής σκίτσα (η ταινία γυρίστηκε κανονικά με ηθοποιούς και κατόπιν σχεδιάστηκαν πάνω τους τα σκίτσα), καλό πάντρεμα αισθητικής ντοκιμαντέρ και μυθοπλασίας, μπόλικη φαντασία και χρήση σουρεαλιστικών στοιχείων! Αλλά φτάνουν τα άρτια τεχνικά στοιχεία μιας ταινίας για να μας δώσουν μια σπουδαία ταινία;
Όταν βλέπεις ένα ντοκιμαντέρ στο οποίο παρατίθενται μνήμες ενός εμφυλίου πολέμου στον οποίο πόλεμο το Ισραήλ είχε ευθεία εμπλοκή και ο πρωταγωνιστής είναι βετεράνος αυτού του πολέμου, αν μη τι άλλο περιμένεις να δεις γεγονότα με στοιχεία τεκμηριωμένα, κριτική και προπαντός πολιτική άποψη και ανάλυση των γεγονότων! Προς μεγάλη μου έκπληξη όμως δεν είδα καμία σοβαρή πολιτική ανάλυση για το τι πραγματικά έγινε στο Λίβανο στους καταυλισμούς που είχε υπό την επίβλεψή του ο Ισραηλινός στρατός, ούτε και κανενός είδους αυτοκριτικής για την πρώτη εισβολή του Ισραήλ στο Λιβάνο και την εμπλοκή του στον εμφύλιο που μάστιζε τη χώρα!
Βέβαια το πνεύμα της ταινίας είναι έντονα αντιπολεμικό και εντέλει υπάρχει έντονη έκφραση αποτροπιασμού για τις σφαγές αμάχων στους Παλαιστίνιους καταυλισμούς της Sabra και της Shatila, αλλά κατά τη γνώμη μου αυτή η αντιπολεμική φωνή καταλήγει άσφαιρη, όταν δεν διευκολύνει το θεατή να εξάγει κανένα πολιτικό συμπέρασμα, όπως ένα ντοκιμαντέρ οφείλει να κάνει! Αντίθετα η ταινία στέκεται με έντονη αμηχανία απέναντι στο ίδιο το γεγονός της σφαγής που υποτίθεται έχει στο επίκεντρο του σχολιασμού της και αδυνατεί να δώσει την παραμικρή εξήγηση για αυτό το έγκλημα! Και έτσι δίνει περισσότερη σημασία στη μνήμη και στους μηχανισμούς απώθησης δυσάρεστων γεγονότων που αυτή έχει, παρά στο ίδιο το δυσάρεστο γεγονός!
Τέλος, σε αντίθεση με όλους όσοι ενθουσιάστηκαν με τα νοήματα της ταινίας διεθνώς αλλά και στα μέρη μας, οφείλω να πω ότι βρήκα ότι το κεντρικό μήνυμα της ταινίας έχει διπλή ανάγνωση! Η αμνησία του πρωταγωνιστή σκηνοθέτη και συμμετέχοντα στα γεγονότα του ολοκαυτώματος στο Λίβανο το 1982 μπορεί να ερμηνευτεί είτε ως κατηγορώ για τους συμπατριώτες του που επέλεξαν να ξεχάσουν τι διέπραξαν και τώρα τα επαναλαμβάνουν στη Γάζα (στη Τζενίν, στο Λίβανο το 2006 κλπ), αλλά μπορεί και να ερμηνευτεί και ως έκφραση ανάγκης για εξιλέωση, υπακούοντας στη λογική του "τι να κάνουμε, άνθρωποι είμαστε και εμείς, ξεχάσαμε τι κάναμε, συγχωρήστε μας, πέρασε καιρός από τότε!". Με αυτά τα ανάμικτα συναισθήματα με άφησε η ταινία όταν έπεσαν οι τίτλοι τέλους και για αυτό το λόγο δεν παρασύρθηκα τόσο από το υψηλής αισθητικής οπτικοακουστικό θέαμα που μου προσέφερε!
2 σχόλια:
Αν την αποσυνδέσεις από τη σύμπτωση του να προβληθεί στην Ελλάδα ταυτόχρονα με τις Ισραηλινές βαρβαρότητες στη Γάζα, πρόκειται, μαζί με τα ''Απαγορευμένα παιχνίδια'' του Ρενέ Κλεμάν, για μια από τις καλύτερες αντιπολεμικές ταινίες στην ιστορία του κινηματογράφου.
Όμως η επανάληψη της ιστορίας στη Γάζα μας κάνει όλους λιγότερο αθώους ως προς τις προθέσεις των δημιουργών της και το , σχεδόν βέβαιο, επικείμενο όσκαρ, απόλυτα επιφυλακτικούς...
Κινηματογραφικά, προχωράει την τέχνη των κινούμενων σχεδίων μερικά έτη φωτός από ό,τι βρίσκεται σήμερα. Και μόνο η αρχική σκηνή με τους σκύλους αρκεί για να μπει στην ανθολογία των καλύτερων σκηνών στην ιστορία του κινηματογράφου.
Σαν δομή κινηματογραφικού κόμικ, δεν φτάνει την τελειότητα, τη μεστότητα και την περιεκτικότητα του ''Περσέπολις'', αλλά αποζημιώνει το θεατή με τα εικαστικά πανέμορφα πλάνα.
Προσωπική βαθμολογία 8 στα 10
Πάντως η σύγκριση με το "ΕΛΑ ΝΑ ΔΕΙΣ" του Ελεμ Κλίμοφ -1985- , που προβάλλεται αυτές τις μέρες στο ΙΛΙΟΝ-ΑΦΑΙΑ, είναι συντριπτική υπέρ του δευτέρου :
ανατριχίλα προσώπου, περισυλλογή, διαστολή ματιών στο φόβο, μάσκα πίκρας, χαμήλωμα γραμμών στην απελπισία, τα ίδια τ' ανθρώπινα κορμιά...Μόνο στον κινηματογράφο ξεσκεπάζουν την πραγματικότητα.
Τό κόμικ είναι δευτεράντζα, καρικατούρα, σε σχέση με τον Κιν/φο.
KOSTAS TRENT
Δημοσίευση σχολίου